Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

Ο Άνθρωπος είναι πολιτικό ζώον.








Μια μικρή επεξήγηση για τη ρήση του Αριστοτέλη "φύσει μέν στιν νθρωπος ζον πολιτικόν" , τουτέστιν ο άνθρωπος είναι  από τη φύση του πολιτικό ον.

Τί εννοεί , λοιπόν, ο παμμέγιστος;
Ο Αριστοτέλης πίστευε ότι σκοπός της πολιτικής είναι η αρετή, η διαπαιδαγώγηση των πολιτών, η αναζήτηση δια αυτής της ευζωίας. Μόνο με τη συμμετοχή στην πολιτική επιτυγχάνεται η ευζωία. Όχι εκτός. Γιατί; Διότι είναι στη φύση μας, λέει ο Αριστοτέλης. Μόνο αν συμμετέχουμε στην πολιτική, πραγματοποιούμε πλήρως τη φύση μας ως ανθρώπινα όντα.
Και αυτό διότι η φύση δεν κάνει τίποτα τυχαία, εις μάτην, και τα ανθρώπινα όντα, σε αντίθεση με τα άλλα ζώα, είναι προικισμένα με την ικανότητα της γλώσσας. Άλλα ζώα μπορούν να παράγουν ήχους και οι ήχοι μπορούν να φανερώνουν πόνο ή ηδονή. Αλλά μόνο η ανθρώπινη γλώσσα δηλώνει τί είναι δίκαιο και τί άδικο καθώς και να διακρίνει το σωστό από το λάθος. Η γλώσσα είναι το μέσο με το οποίο διακρίνουμε το αγαθό από το κακό, και διαβουλευόμαστε για το πρώτο. Και η διαβούλευση επιτυγχάνεται μόνο στην πόλη.
Μόνο στην πόλη μπορούμε να ασκήσουμε τη γλωσσική μας ικανότητα , να διαβουλευτούμε με τους άλλους σχετικά με τη δικαιοσύνη και την αδικία, και τη φύση της ευζωίας. "Η πόλη υπάρχει φύσει και είναι λειτουργικά πρότερη του ατόμου". Όταν λέει πρότερη, εννοεί λειτουργικά, όχι χρονολογικά. Τα άτομα, οι οικογένειες, οι φυλές υπήρχαν πριν από τις πόλεις, αλλά μόνο στην πόλη μπορούμε να πραγματώσουμε τη φύση μας, μόνο εκεί ολοκληρωνόμαστε, γινόμαστε αυτάρκεις.
Και γιατί αυτός ο στόχος επιδίωξης της αρετής δια της διαβούλευσης επιτυγχάνεται μόνο στα όρια της πόλης και όχι π.χ. μέσα στην οικογένεια, στη φυλή;
Διότι , κατά τον Αριστοτέλη, μόνο στην πόλη αποκτούμε τριβή, συνήθεια στην γλωσσική εξάσκηση με την οποία αναζητείται ως ζητούμενο η αρετή.
Όπως για να παίξει κάποιος καλά τον αυλό, χρειάζεται να εξασκηθεί στο όργανό αυτό και δεν αρκεί να μελετήσει βιβλία ή να ακούσει τον ήχο από αλλού, το αυτό ισχύει και με την αρετή. Μόνο με τη συνεχή άσκηση , την τριβή, εξελίσσεται η πράξη σε συνήθεια. Και αυτή η διαρκής τριβή, η συνήθεια, αποκτάται μόνο εντός της πόλης όπου μπορούμε να εκπληρώσουμε τη φύση μας: Την επιδίωξη της αρετής δηλαδή της ευζωίας.

Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι ο Αριστοτέλης κατανοούσε τη δίκαιη κοινωνία, σε αντίθεση με τον Καντ (ελευθερία) και τους ωφελιμιστές (Τζέρεμι Μπένθαμ), ως μια κοινωνία όπου πρωτεύοντα ρόλο έπαιζε η αρετή και η συνεχής επιδίωξή της από τον καθένα.