Κυριακή 31 Αυγούστου 2014

Οδηγίες πλεύσης







Ο Μπρεχτ μέσα από τα έργα του έθεσε τα μεγάλα διλήμματα του πολιτικού ανθρώπου, της Ιστορίας και της πολιτικής ηθικής. Θα ήταν λοιπόν χρήσιμο να ανθολογήσουμε τις ιδεολογικές θέσεις του.

Κατά καιρούς, όπως επιστρέφουμε στους αρχαίους, στους ευρωπαϊκούς κλασικούς, καλό είναι να ξαναγυρίζουμε και στους πιο κοντινούς μας συγγραφείς , που εκτός των άλλων ΄εχουν και την εμπειρία γεγονότων, καταστάσεων και ιδεολογικών συνδρόμων, σύμφυτων με τις δικές μας συχνά αιματηρές και οδυνηρές πληγές.
Έτσι βρίσκω διδακτικό (με την έννοια που πήρε αυτός ο όρος στη θεατρική ιστορία του Μεσοπολέμου) να καταφύγω στα από σκηνής μαθήματα που μας έδωσε ο Μπέρτολτ Μπρεχτ.

Στη «Μάνα κουράγιο και τα παιδιά της», η κεντρική θέση που υπερασπίζεται σκηνικά είναι πως στις μεγάλες κρίσεις και όχι μόνο στου πολέμους, οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Το πρόβλημα της επιβίωσης για έναν φτωχό είναι να εκμεταλλευτεί, πέρα από τα όρια όποιας ηθικής, τις συνθήκες. Έτσι εξηγεί την αλλοτριωτική μηχανή που καθιστά συχνά τον άνθρωπο μέσα από την κρίση θηρίο ανελέητο, αναίσθητο και ηθικά κυνικό. Μια μάνα που ζει πουλώντας τα αναγκαία στον στρατό, όταν της φέρνουν νεκρό το γιο της που έχει γίνει μισθοφόρος του εχθρού, αρνείται ότι τον γνωρίζει για να διασώσει την πραμάτειά της και το ψωμί των άλλων παιδιών της.

Στον «Καλό άνθρωπο του Σετσουάν» ο Μπρεχτ θέτει το άτεγκτο ερώτημα στο κοινό, όλων των εποχών: «Μπορεί μέσα σε μια κοινωνία διαφθοράς, διαπλοκής, ασυδοσίας, ανομίας, κλοπής, εγκληματικότητας, ένας άνθρωπος να είναι καλός, άμεμπτος, αγνός, αδωροδόκητος, έντιμος;» Πηγαίνοντας πιο πέρα από τον Ντοστογιέφσκι του «Ηλιθίου», ο Μπρεχτ θεωρεί πως ο υποτιθέμενος καλός άνθρωπος μέσα στην κοινωνία των λύκων , μετατρέπεται σε λεία, θύμα και άθυρμα. Για να στηριχτεί η μαρξιστική διατύπωση πως για να αλλάξει ο άνθρωπος πρέπει να αλλάξει η κοινωνία ολόκληρη. 

Στο έργο του Μπρεχτ « Ο άνδρας είναι άνδρας» ένας παρίας, ένας περιθωριακός, ένας  άνεργος από αφέλεια ή από απόλυτη ανάγκη εντάσσεται σε μια δομή εξουσίας και από ρακένδυτος, αποσυνάγωγος, φορώντας στολή μεταστοιχειώνεται σε γρανάζι του εξουσιαστικού μηχανισμού για να καταστεί τελικά τύρρανος ,α αφοσιωμένος υπηρέτης του συστήματος. Γνωρίζουμε εξάλλου και στον τόπο μας  πως οι βασανιστές Αστυνομίας και ΕΣΑ αλιεύονταν από λαϊκές τάξεις, αγράμματα παιδιά , άνεργα, που ασκώντας εξουσία μεταποιούνταν σε τυφλά όργανα, φανατικά στελέχη της τυραννίας. 

Στο «Βίο του Γαλιλαίου», ο Μπρεχτ ασχολείται με τα προβλήματα και τα αδιέξοδα των διανοουμένων, των επιστημόνων κ.τ.λ. Σε μια κοινωνία εμπορευματική, κερδοσκοπική και τοκογλυφική, ένας επιστήμονας ή ένας στοχαστής θα μείνει στο περιθώριο, θα πεθάνει από την πείνα, αν δεν αποφασίσει να γίνει χρήσιμος στο σύστημα προσφέροντας πρακτικές εφαρμογές που θα βελτιώνουν τις παραγωγικές μηχανές, την ασφάλεια και τη χρηστική διάρκεια των εργαλείων. Από τη ν άλλη, αν ενταχθεί σε ιδεολογικές ομάδες, ακόμα και εχθρικές προς το κυρίαρχο κοινωνικό σύστημα, οι ιδέες και θεωρίες του οφείλουν να προσαρμόζονται στο πολιτικό, θρησκευτική ή ηθικό δόγμα που διέπει  την ομάδα ή τη φράξια. Αλλιώς, στην καλύτερη περίπτωση, απορρίπτεται ή εξορίζεται και στη χειρότερη, ανεβαίνει στο ικρίωμα ή στην πυρά. Θυμηθείτε τον Σωκράτη, τον Τζορντάνο Μπρούνο, τον Ζαχάροφ.

Στην «Όπερα της δεκάρας» ο Μπρεχτ, πέρα από τη σκηνική απόδειξη του προσοσιαλιστικού στοχασμού «το τραπεζικό σύστημα είναι νόμιμη κλοπή», θεμελιώνει σκηνικά την  άποψη πως,  «η κλοπή μιας τράπεζας είναι πταίσμα μπροστά στην ίδρυση της τράπεζας» . Σε αυτήν την ανελέητη σάτιρα του αστικού συστήματος Ο Μπρεχτ διαπιστώνει πως το παράνομο εμπόριο, η πορνείας, η διακίνηση ναρκωτικών ευδοκιμούν χάρη στην υποστήριξη της αστυνομίας και πως η σύγκρουση συμφερόντων ωθεί ανθρώπινες ομάδες στην οργανωμένη επαιτεία , στην εκμετάλλευση της μικροαστικής υποκρισίας για φιλανθρωπία και το κουκούλωμα από την ανώτατη εξουσία του εγκλήματος αλλά και στον συμβιβασμό της Δικαιοσύνης με την παρανομία.

Στον «κύκλο με την κιμωλία» θέτει το καίριο ερώτημα σε ποιόν ανήκουν τα παραγωγικά εργαλεία ή η εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών φυσικών πηγών. Και η απάντηση που δίνει είναι πως τα παραγωγικά εργαλεία, οι μηχανές , οι μέθοδοι, οι διαδικασίες ανήκουν σε αυτούς που τα εργάζονται και όχι σ αυτούς που τα άρπαξαν και πλουτίζουν με την υπεραξία του εργατικού μόχθου.
Αυτά . Και αν τα αξιολογήσει κανείς , ίσως φανούν χρήσιμα στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε.

Κώστας Γεωργουσόπουλος

(Το παραπάνω άρθρο γράφηκε στις 16 Ιουλίου 2011 στην κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας «Τα Νέα».)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου